- διαλύοιντ'
- διαλύοιντο , διαλύωloose one from anotherpres opt mp 3rd pl (epic)διαλύ̱οιντο , διαλύωloose one from anotherpres opt mp 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.